Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (ΘΕΟΤΟΚΑΣ) ΤΟΥ ΠΥΡΓΙΟΥ ΤΗΣ ΧΙΟΥ

 



Του Γεωργίου Φωτ. Παπαδόπουλου- Master Ορθόδοξης θεολογίας

 

Στην Συνοδική Πράξη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, που πρόσφατα εξεδόθη, κατόπιν Αποφάσεως Της (15-07-2021), στη χορεία των Αγίων Ιερομαρτύρων και Μαρτύρων της Εκκλησίας μας, συμπεριλήφθηκαν ο Μητροπολίτης Χίου Πλάτων (Φραγκιάδης) και 43 ακόμη Ιερείς και Μοναχοί, οι οποίοι εσφάγησαν ή μαρτυρικώ τω τρόπω τελειώθησαν, κατά την μεγάλη Σφαγή της Χίου, τον Απρίλιο του 1822.

Μεταξύ αυτών, στο χωριό Πυργί της Χίου, μαρτύρησε ο Ιερέας Ιωάννης Θεοτοκάς. 

Ο Ιερέας Ιωάννης Θεοτοκάς συνελήφθη βιαίως και αφού αρνήθηκε να προδώσει την πίστη του στον Χριστό, τοποθετήθηκε μέσα σε ένα πιθάρι γεμάτο λάδι. Στη συνέχεια, ενώ ήταν εμποτισμένο ολόκληρο το σώμα του με το λάδι, τον έδεσαν ψηλά στον εξώστη του σπιτιού του και από κάτω του έβαλαν φωτιά για να κάνει ζωντανός. Επί ώρα ο Ιερομάρτυρας φλεγόταν ζωντανός και κάποια στιγμή, όταν άρχισε να καίγεται το σκοινί με το οποίο ήταν κρεμασμένος, το σώμα του έπεσε από τον εξώστη στο ισόγειο εντός φρέατος (πηγαδιού, που υπήρχε από κάτω), στην αυλή. Έτσι, παρέδωσε με μαρτυρικό τρόπο την αγία του ψυχή στον Κύριο που υπηρετούσε. 

Κατόπιν εμπνευσμένης πρωτοβουλίας και αναλυτικής εισήγησης του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χίου κ. Μάρκου, οι Άγιοι αυτοί Νεομάρτυρες της Χίου, αξίως και δικαίως, συμπεριελήφθησαν στη σεπτή χορεία των νεομαρτύρων και Ιερομαρτύρων της Εκκλησίας μας. Το δε μαρτύριο τους είναι ίδιο με εκείνο των μεγάλων Αγίων της Εκκλησίας μας, των πρώτων Χριστιανικών αιώνων, την εποχή της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας την οποία μιμήθηκε στο έπακρον η αιμοσταγής Οθωμανική (Τουρκική) που ταλάνιζε τον τόπο μας επί αιώνες.

Σύμφωνα με τις γραπτές μαρτυρίες δύο Ιερέων, που ασχολήθηκαν με την καταγραφή των Ιερομαρτύρων της Χίου, της περιόδου της Σφαγής της Χίου, τους αείμνηστους Πρωτοπρεσβυτέρους, π. Μάρκο Αγαπητού Βασιλάκη (+1960), διδάσκαλο και Εφημέριο Αγ. Μάρκου Βροντάδου & π. Ιωάννη Μαρκέλλου Πουλή (+2000), Εφημέριο Χαλκειούς, στη Μονή Βρεττού (στα Αρμόλια της Χίου), όταν τελείτο Αγιασμός στο οστεοφυλάκιο των εκεί σφαγιασθέντων Μοναχών, το νερό του Αγιασμού έβραζε.

Επίσης, σύμφωνα με τις ίδιες ιστορικές πηγές, καθώς και τον καθηγητή Στυλιανό Γ. Βίο (+1944), στο Πυργί εσφάγη και άλλος Ιερεύς που έφερε το επίθετο Νομικός, δίχως περισσότερα στοιχεία, επάνω στη λουκάνη την ώρα που εργαζόταν στους αγρούς.

Ασφαλώς, χιλιάδες είναι οι Άγιοι μάρτυρες της Χίου, της περιόδου της Σφαγής, τους περισσότερους των οποίων δεν γνωρίζουμε, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν και ακολούθησαν. Κύριος ο Θεός γινώσκει τα ονόματα αυτών εν τη Βασιλεία Του.

Ευελπιστούμε στο χωριό μας, το Πυργί της Χίου, να τιμάται ετησίως, δεόντως, εφεξής ο Ιερομάρτυς Ιωάννης (Θεοτοκάς), σε ημέρα που θα καθορίσει ο Σεβ. Μητροπολίτης μας.

Ευχής έργον θα ήταν να ανεγερθεί κι ένα παρεκκλήσιο επ' ονόματι του Αγίου Ιερομάρτυρα, εις τιμήν και μνήμην αυτού.

Να σημειώσουμε ότι, η περίφημη οικογένεια Θεοτοκά, από το Πυργί της Χίου, έχει αναδείξει λαμπρές προσωπικότητες, όπως τον μακαριστό Μητροπολίτη Λέρου και Καλύμνου Γερμανό Θεοτοκά (+1918) -το όνομα του φέρει η κεντρική πλατεία στο Πυργί και η προτομή του κοσμεί τον περίβολο του κεντρικού Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πυργίου-, τον νομομαθή και σύμβουλο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, Μιχαήλ Θεοτοκά (+1951), τον γιο του, δικηγόρο και γνωστό λογοτέχνη Γεώργιο Μιχ. Θεοτοκά (+1966), τον ιατρό Γεώργιο Ηλ. Θεοτοκά (+1973), παππού του γράφοντος το παρόν, κ.α. Έστω η μνήμη τούτων αιωνία.-

 




Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ ΣΤΗ ΡΙΕΚΑ ΤΗΣ ΚΡΟΑΤΙΑΣ

 (ΑΝΟΙΚΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΦΙΛΟ ΜΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΡΙΑΜΗ)  


             ΜΚαριάμης  και ΜΦύσσας στο m/v ''ANANGEL SUCCESS''στη Rijeka

 

Αδελφοφίλε μου Μιχάλη

Πριν από 20 χρόνια (1994 Νοέμβρης), με εσένα καπετάνιο περάσαμε τα στενά του Οτράντο με το αρσενικό από κάθε άποψη καράβι μας M/V ''ANANGEL SUCCESS'' … και φτάσαμε στην κορυφή της Αδριατικής θάλασσας στη Ριέκα… Μια όμορφη πόλη με πολυπολιτισμικό χαρακτήρα και υπέροχη μεσογειακή ομορφιά..

Εκεί μείναμε πάνω από δυο μήνες αφού τότε ο πόλεμος μπλόκαρε το ουγγαρέζικο σιτάρι που θα φορτώναμε. Ο πόλεμος … το πρόσωπο του ήταν τότε μαχαίρι στην καρδιά των περισσότερων απλών ανθρώπων που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε ανεξάρτητα αν ήταν Κροάτες, Σέρβοι, Μαυροβούνιοι και άλλοι…

Κι η παρέα μας ήταν πλούσια όμορφη και ζεστή .

Σταμ. Πύρρος  -  Ανθ/ρχος

Με τη συντρόφισσα σου τη Φωτεινή, με τον Κωστή και την Υρώ νιόπαντρους, τον Σταμάτη τον Σπύρο, τον Παναγιώτη, τον Τάσο, τον μαστρό Βασίλη, τον Βασίλη, τον άλλο Σπύρο (ο ναύτης). Κι πόλεμος τότε, μας έκανε να πλησιάσουμε πολύ τους ανθρώπους σε καθημερινή βάση. Ανοίγοντας πάντα διακριτικά την πίσω πόρτα της αξιοπρέπειας τους μπαίνοντας κατευθείαν στην καθημερινότητα των αισθημάτων τους

                         
 m/v ''ANENGEL SUCCESS'' στο λιμάνι Rijeka,στην περιοχή  Karlovačka, Croatia.

Αδελφοποιήσεις κανονικές,.. με διάρκειες από δυο λεπτών έως και δυο μηνών … Που ω του θαύματος έγιναν 20 χρονών και παραμένουν ζωντανές και φρέσκιες λες και ήταν χθεσινές

Αυτές οι συναντήσεις των ματιών … ναι, … έγιναν 20 χρονών και ζουν ακόμη. Θυμάσαι εκείνα τα παιδάκια που τους χαρίσαμε τις σοκολατίνες που αγοράσαμε για μας, ρεφενέ, με τα τελευταία μας ψιλά σε τοπικό νόμισμα. Δεν έχω ξεχάσει ακόμα τη λαχτάρα και την λάμψη που πήραν τα ματάκια τους και τη χαρά τους…

Πόσα πολλά ανθρώπινα βιβλία διαβάσαμε τότε φίλε μου…

Rijeka - ο Πύργος του Ρολογιού 

Και να ύστερα από 20 χρόνια βρέθηκα πάλι σε αυτή την πόλη κουβαλώντας στη ψυχή μου το δράμα και την αγωνία του σημερινού δικού μου κοινωνικού πολέμου

Για λίγο περαστικός, μόλις για 2 μέρες στην όμορφη τούτη πόλη … περιπατητής νοσταλγικός με μια φωτογραφική μηχανή ψηφιακή τώρα πια …                                                                                        Με σημάδι το μπαρόκ ρολόι της Ριέκα, βρήκα στη θέση του, τον ορθόδοξο ναό του Άγιου Νικόλα …των Σέρβων

ο Ορθόδοξος Ναός του Αγίου Νικολάου στη Rijeka της Κροατίας

Ήταν Κυριακή πρωί ο πρώτος μου περίπατος. Ο ναός ήταν ανοικτός αλλά ο παπάς Mico Kostic ….Protojerei-stavrofor…. ήταν σε άλλο ναό σε γειτονικό προάστιο για να καλύψει το κενό κάποιου συναδέλφου του.

Μια κυρία ήταν επί της υποδοχής για τους περαστικούς προσκυνητές που περνούσαν να ανάψουν ένα κερί και να ψιθυρίσουν μια σύντομη προσευχή… Ρώτησα για τον κύριο Αλέξανδρο και τον κύριο Γιώργο και στο άκουσμα των ονομάτων η κυρία κοίταξε τον ουρανό μελαγχολικά

Άναψα δυο κεριά και περιδιάβηκα την όμορφη εκκλησιά φωτογραφίζοντας την.

Χαιρέτισα την κυρία και βγήκα έξω προχωρώντας πάλι προς το ρολόι μπήκα κάτω από τις καμάρες του κι ανηφόρησα προς την όμορφη ροτόντα του Άγιου Γεωργίου την στρόγγυλη μεγάλη εκκλησιά με το περίφημο εκκλησιαστικό όργανο. Θυμάσαι που είχαμε πάει και ακούσαμε ένα κοντσέρτο με εκκλησιαστική μουσική του Ιωάννη Σεβαστιανού Μπαχ;  Έπαιξε τότε ένας Γερμανός δε θυμάμαι το όνομα του όμως θυμάμαι έντονα το εξαιρετικό παίξιμο του, που μάλιστα σε είχε εντυπωσιάσει.

Rijeka - Ροτόντα Αγ. Γεωργίου  

Μετά τον Άγιο Γιώργη πήρα το δρόμο τον περιφερειακό που συναντά το γάργαρο ποτάμι της Ριέκα με τα θολωτά γεφυρώματα για τις γραμμές των τραίνων που ανάμεσα τους φωτογραφιζόταν μέσα στο πράσινο το καστράκι του Τρσατ,


που ανεβαίναμε τα 178 σκαλοπάτια και πίναμε καφέ μετά την επίσκεψη στο φημισμένο καθολικό μοναστήρι.

Δεν πήγα μέχρι επάνω γιατί δεν είχα χρόνο… Αλλά θυμήθηκα εκείνο το παλικάρι που συναντούσαμε συνέχεια προσευχόμενο σε όλες τις τελετές και στον ορθόδοξο Άγιο Νικόλα και στο καθολικό μοναστήρι κι είχαμε πει τότε ότι ψάχνει απεγνωσμένα να βρει τον Θεό σαν τον Άγιο Φραγκίσκο.

Θυμάσαι το πρωτότυπο άγαλμα στην πλατειούλα πάνω από την εκβολή του ποταμού ενός άνδρα που καθόταν στα κάγκελα και ρέμβαζε; Από μακριά δεν καταλάβαινες ότι ήταν γλυπτό αλλά άνθρωπος που ρεμβάζει ειδικά άμα ήτανε σούρουπο.

Rijeka - το κεκλιμένο  καμπαναριό του ναού της Αναλήψεως

Γύρισα προς τα κάτω και βρέθηκα στον πεζόδρομο του εμπορικού κέντρου όπου δεξιά δεσπόζει το καμπαναριό του ναού της αναλήψεως που έχει πιο μεγάλη κλίση από τον πύργο της Πίζας αλλά ακόμη στέκει εκεί …!

Άρχισα να περιδιαβαίνω τους πεζόδρομους εν τω μεταξύ άρχισαν να γεμίζουν ιδιαίτερα με νεαρόκοσμο και σκαφτόμουν πως τούτα τα παιδιά με τις ταμπλέτες και τα κινητά ήταν ακόμα αγέννητα πριν 20 χρόνια

                         
Rijeka, Trsat Castle


Πόσο γρήγορα πέρασε ο χρόνος … αλλά και πόσο αργά …για τους προσωπικούς μας αγώνες και προσδοκίες

Οι γωνιές του κόσμου που ταξιδέψαμε τόσα χρόνια στοιχειώνουν τα βαθύτερα όνειρα μας και τα ανακατεύουν με πρόσωπα που διαβάσαμε … ζωντανά βιβλία …!

Την άλλη μέρα το απόγευμα λίγο πριν την αναχώρηση του πλοίου βγήκα πάλι μια βόλτα.  Το λιόγερμα ήταν πλούσιο σε φως,  χρώματα και αποχρώσεις στην πιο ζωντανή τους αλήθεια. Περνώντας από τον Άγιο Νικόλα συνάντησα τον Παπά ΜΙCO με την παππαδιά του. Δεν με θυμήθηκε … Άρχισα να του ψάλλω το Σέρβικο τροπάριο του Άγιου Νικόλα… Χαρούμενα ακλούθησε το ψάλσιμο που καταλήγει στην τρυφερή επίκληση του ονόματος του Αγίου … «Νικολαγιεεεέ….. Νικολαγιεεεεεεεέ…»

Ο παπά- Mico με κοιτάει συγκινημένος μα πάλι δε με θυμήθηκε…!

Εγώ συνεχίζω με το Ελληνικό τροπάριο  «Κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος …Εγκρατείας διδάσκαλον ανέδειξε σε τη ποίμνη σου…»

Έλαμψε το πρόσωπο του σαν κάτι να θυμήθηκε αλλά πάλι δεν τα κατάφερε.

Όμως έγινε εξαιρετικά εγκάρδιος ...μου έδωσε το χέρι και μου κτύπησε την πλάτη με τον χαρακτηριστικό λεβέντικο τρόπο που διακρίνει την περήφανη ράτσα του…!

ο Σεβαστός Σέρβος πατέρας Mico Kostic 

Τον αποχαιρέτισα και συνέχισα τον περίπατο μου μέσα στην απογευματινή κοσμοπλημμύρα του ζεστού απογεύματος … Παρατηρούσα τους ανθρώπους κάθε είδους Στη μέση του πεζόδρομου ένα μοντέρνο αφηρημένο γλυπτό παριστάνει μια ανθρώπινη φιγούρα να περιπατεί. Έμεινα ώρα και παρατηρούσα το ανακάτεμα της φόρμας των περαστικών με το γλυπτό έτσι ήρθε σιγά - σιγά το σούρουπο σαν ένα μελαγχολικό αντίο στην όμορφη πόλη.   

Πήρα το δρόμο της επιστροφής φωτογραφίζοντας ανθρώπινες φόρμες και κτίρια χωρίς φλας … Δεν ήθελα να δεσμεύσω τη μνήμη μου και την ανάμνηση μου άλλο με πρόσωπα !  

Το αντίο αυτό ήταν όπως θάλεγες κι εσύ Φίλε μου, για το πριν, το τώρα και το αιώνιο μετά Σαν μια νοσταλγία που διαιωνίζεται γενόμενη στίχος ποίημα που κλείνει την ανθρώπινη σοφία στο συρτάρι της … γιατί όπως και να το κάνουμε η ΠΟΙΗΣΗ είναι τουλάχιστον ένα κεφάλι πιο ψηλή από την ΣΟΦΙΑ

Πάντα φίλος σου

 

 

 

Μανώλης Φύσσας

Α’  Μηχανικός Ε.Ν.

 

Κυριακή 11 Ιουλίου 2021

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΑΣ

 

Ζούμε σε μια εποχή που πατρίδα νοείται ολόκληρος ο πλανήτης .... Και για να νοηθεί χωρίς παρενέργειες είναι απαραίτητο να είμαστε αυθεντικοί ,

Είναι απαραίτητο να κατοχυρώνεται πάντα η διαφορετικότητα μας

Είναι ιστορική ανάγκη να διατηρείται η ταυτότητα μας ...

Κι είναι τόσο θλιβερό ... να μην έχει γίνει ευρέως κατανοητό

ότι όλοι μας είμαστε μια απέραντη συνάρτηση αλληλοκαθορισμού

Κι ακόμα να μη γνωρίζουμε ...το ότι υπάρχει γύρω μας στο περιβάλλον έχει λόγο ύπαρξης και αλληλο-εξάρτησης με εμάς.

Στα παιδικά μου χρόνια έζησα μέσα στη φύση κι ήμουνα σχετικά ενσωματωμένος με αυτή.

Πρόλαβα και γεύτηκα αρκετά την άδολη σοφία των απλών ανθρώπων καθώς αυτή η σοφία ήταν την ίδια ώρα η καθημερινή τους πράξη άλλα κι καθημερινή τους στάση απέναντι στους συνανθρώπους και το περιβάλλον

Με το πέρασμα των χρόνων όταν τα ευαγγέλια της προόδου και της εξέλιξης απόκοψαν τους ανθρώπους σιγά σιγά από τη φύση και γενικά από το περιβάλλον μας προέκυψε ένας εκφυλισμός της αυθεντικότητας και της ταυτότητας μας

Αυτό είχε και συνεχίζει να έχει μια τάση να καταστρέφουμε να ρυπαίνουμε αλλά και να δηλητηριάζουμε το περιβάλλον με ιλιγγιώδη ρυθμό ενώ την ίδια στιγμή το πολύ σκληρό ναρκωτικό της εξουσίας και του χρήματος μαύρισε την ζωή μας και τις ανθρώπινες σχέσεις μας και πρακτικά κατάργησε επί της ουσίας αυτό που λέμε κοινωνία ανθρώπων, κοινωνία λαών κ.λ.π.

Το πιο αποκαρδιωτικό είναι όμως ότι δεν υπάρχει κάτι σε εφαρμογή που να διορθώνει την ανθρώπινη φύση μας...

Έτσι αυτή εξελίσσεται καταστροφική και εν τέλει αυτοκαταστροφική

Τα υπάρχοντα ιδεολογικά φίλτρα φτάνουν μέχρι ένα σημείο

και δεν τολμούν να πλήξουν η να θίξουν τα μεγάλα πολυεθνικά συμφέροντα..

Τα οποία όμως είναι δομημένα με τέτοιο τρόπο που η αναίρεση κάποιων από αυτά δημιουργεί οικονομικές και κοινωνικές αποσταθεροποιήσεις και πόνο σε κάποιες τάξεις ανθρώπων

Με ένα λόγο ο άνθρωπος μέσα από την μισαλλοδοξία του παγίδεψε θανάσιμα την ίδια την ύπαρξη του ...

Σήμερα ο γαλάζιος πλανήτης μέσα από την κλιματική αλλαγή καίγεται πνίγεται ερημοποιείται κι εμείς όλοι οι άνθρωποι εξαρτημένοι σε μια επιφανειακή καλοπέραση τύπου φαστ φουντ παραμένουμε άπραγοι παρά τις εκκλήσεις των επιστημόνων αλλά και των ανθρώπων του πνεύματος ...

Απουσιάζει δραματικά από μέσα μας η αγαθή συνείδηση αφού η παιδεία που θα μας την θεμελίωνε μέσα μας έχει παραμορφωθεί η εξαφανιστεί

Και τη θέση της έχει πάρει μια ευρεία συνείδηση της λογικής των ειδήσεων της τηλεόρασης και τού διαδικτύου ...

Τι μένει λοιπόν τι πρόκειται να γίνει;;;;;

μεγάλο ερώτημα Και φυσικά πολύ δύσκολη απάντηση στο απέραντο μωσαϊκό της σύγχρονης Βαβέλ των ανθρωπίνων σχέσεων ...

Εγώ πάντως δεν έχω απάντηση

Μου έμεινε μόνο μια ευχή πέντε λέξεις

Και μια μικρή τρυφερή προσευχή, ... άντε καμιά δεκαριά λέξεις.

ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ κόσμος μας να γίνεται δικός ΜΑΣ

με το ένα και μοναδικό εμβόλιο της ΑΓΑΠΗΣ και της ΘΥΣΙΑΣ

 


 

 





ΜΑΝΩΛΗΣ ΓΕΩΡΓ. ΦΥΣΣΑ

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2021

ΔΟΞΑ ΝΑΧΕΙ Ο ΘΕΟΣ

 




                                    Ιερά Μονή, Αγ. Αναργύρων Λαγκάδας 

Μια παλιά ιερή απόδοση  ευγνωμοσύνης               στους Άγιους Αναργύρους,  υλοποιήθηκε,    με πρωινό ξύπνημα και  προσφυγή        στο πανέμορφο απέριττο μοναστήρι                                                                                                          

Η αυγή ντροπαλή   ξέβαφε τρυφερά τα μικρασιατικά παράλια,  που μέσα από τα φυλλώματα των δένδρων μας χαμογελούσαν με το φως του Ήλιου

 

Τα μεγάλα κυπαρίσσια, δείχνουν με σταθερή ευλάβεια, τον ουρανό   και εμπνέουν την άδολη προσευχή                των άσπρων κτισμάτων και του λιτού ναού ... !    

 

Στην υποδοχή σαν δακρυσμένο χαμόγελο     της γαλήνης το νερό της πηγής   που κελαρύζει τρυφερά ...                                                                       

 

Η αγάπη ταπεινή κι απαρατήρητη,  αβίαστα εδώ γίνεται ποίηση, ευχαριστία,  παράκληση κι απόθεμα παρηγοριάς κι ελπίδας  Δόξα νάχει Ο Θεός                    





 

 

 

 



 Μανώλης Γ. Φύσσας

Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

«Ο Μανώλης ο Φύσσας χρίσθηκε Αναγνώστης»

Λαγκαδα 01-07-2021
Είναι γεγονός ότι εγώ στα θρησκευτικά έπαιρνα και παίρνω μηδέν διότι δεν γνωρίζω ούτε τα βασικά. Μάλιστα μια φορά που ήτανε να κοινωνήσω πήγα κι στήθηκα μπροστά στην Ωραία Πύλη για την κοινωνία όταν ο ιερέας έλεγε τα Σα εκ των Σων αντί του σωστού Μετά φόβου Θεού. Αντε τώρα εγώ να καταλάβω την διαφορά του Αναγνώστη με τον Ψάλτη. Έλαχα λοιπόν την 1/07/2021 στο εξωκλήσι των Αγίων Αναργύρων να παρακολουθώ την Θεία Λειτουργία όπου χοροστατούσε ο Σεβασμιότατος Χίου , Ψαρών , Οινουσσών και Καρδαμύλων Μάρκος μαζί με τέσσερεις καλογεροπαπάδες και ένα διάκο. Στο ψαλτήρι είχε πολλούς και μέσα στους πολλούς ήτο και ο Φύσσας. Όλα καλά κι ευλογημένα. Λίγο πριν το διευκώ ο Σεβασμιότατος βγάζει λόγο που εξυμνούσε τον Φύσσα και τον καλούσε κοντά του να τον χρίσει Αναγνώστη.
Είναι γνωστό σε όσους γνωρίζουν τον Φύσσα ότι ανήκει στους βαθιά θρησκευόμενους και ότι είναι συνέχεια στο ψαλτήρι. Είναι ακόμη γνωστό σε όσους γνωρίζουν τον Φύσσα ότι αν υπήρχε δικαιοσύνη αντίς για Αναγνώστη έπρεπε να χριστεί Άγιος μιας και η αγάπη του για τον συνάνθρωπο είναι απίστευτη . Όσο για τα έργα του θα τα ζήλευαν πολλοί απ αυτούς που αποκαλούνται Παναγιώτατοι. Ο Μανώλης με βαθιά συγκίνηση πλησίασε τον Σεβασμιότατο γονάτισε μπροστά του. Μετά το γονάτισμα και εν μέσω τεσσάρων παπάδων και ενός διάκου ο Σεβασμιότατος του έκοψε μια τούφα από τα λιγοστά μαλλιά του και τον έχρισε Αναγνώστη . Άξιος - Άξιος εφώναζε το πλήθος των πιστών. Εγώ είχα μείνει αποσβολωμένος . Για μένα όλα αυτά ήταν Τουρκία. Είπαμε στα θρησκευτικά παίρνω μηδέν . Τι άξιος για αναγνώστης έλεγα εγώ.
Άξιος για Άγιος έπρεπε να χρησθεί γιατί ο Μανώλης Γεωργίου Φύσσας μόνο για Άγιος κάνει. Φίλε Μανώλη , μπορεί να μην ανήκω και να μην συμμετέχω σ αυτές τις τελετές όμως χάρηκα με την χαρά σου και νοιώθω περήφανος για την φιλία μας.
Αλέξανδρος Εμμ. Καραμούζος Πλοίαρχος Ε.Ν

ΤΩΡΙΝΑ ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ

Τωρινά και περασμένα πάνω στο χαρτί γραμμένα, την προσοχή σας δώσετε σ’ όλα τα πεπραγμένα. Και εγώ εδώ μεγάλωσα πολλά ίσως ξεχάσω θα προσπαθήσω σύντομα να σας διασκεδάσω. Μέσα σε είκοσι λεπτά μπορώ να την προλάβω μία ολόκληρη ζωή να την συμπεριλάβω. Ας θυμηθούμ’ όλοι μαζί, αυτά που ‘χουν περάσει μας είπανε, ακούσαμε ή έχουμε διαβάσει Σε ότι αναφέρομε θέλω να θυμηθείτε λάθη απ’ τα λεγόμενα ίσως και να μου βρείτε σ’ αυτά που θα ακούσετε, κι αυτά που ‘χουν περάσει μπορεί οι περισσότεροι να τα ‘χουνε ξεχάσει. Παράδοση στη θάλασσα έχουν οι Συκιαδιώτες γι αυτό και μέχρι σήμερα φεύγουνε ταξιδιώτες. Μικρός μπαρκάρισα κι’ εγώ στο Γέρο Κωνσταντή, στο Παντουκειός εγνώρισα το Γέρο Διαμαντή το Αντριάς, τ’ Αντώνιος, του Χάρκα το Γιαννιός και τ’ άμοιρο Βυζάντιο που το φαγε’ ο βυθός. Διάσπαρτα μες το χωριό ήταν τα Καφενεία, τώρα καλούμε εύστοχα σ’ αυτά να κάνω μνεία. Ποιος δεν θυμάται Χαρβαγιά, του Κουτσουριά του Πρίνου και στου Γριλιού πελάτης του ο Διαμαντής του Κρίνου Ρεντζέου, και Μηχανικού, Προβέντζα, κοντινοί, στο τρούλο του Χαρίλαου, του μπάρμπα Μπιτζινή Μια ρέγκα είχαν για μεζέ με μπόλικο στραγάλι και το χειμώνα κάστανα ψήνανε στο μαγκάλι. Τώρα συγκεντρωθήκανε κοντά εις την πλατεία. στου Φάφουρα βράδυ πρωί να έχει πελατεία. Στου Γιάννη του Πιτσονακιού εάν τον επιλέξεις δεν ξέρεις θα ναι ανοιχτός, πρέπει να το προβλέψεις. Εάν γουστάρεις φαγητό στην Άνεση να πας εκεί θα βρεις θαλασσινά ολόφρεσκα να φας. Στου Τράχωνα έχει φαί πίτες με κρομμυδάκι ψητό χταπόδι βάλσαμο και τυλιχτό γιαπράκι. 8 Σεπτέμβρη έχουμε δικό μας πανηγύρι μεγάλος συναγωνισμός στην Παναγιά χατίρι. Ο Μπάλος ηλεκτρονικό, είχενε τον Κουνέλη και ο Κουρνιώτης ξέραμε πως τον Πιτσόνη θέλει. Να η Ζαίρα χόρευε, λικνίζοντας το σώμα μα ο Ηλίας του Κουρλί είσαι « Νινί ακόμα ». Ενισχυτές του Κάζδαγκλη έπαιρνε ο Τσιρδίνιας τα όργανα τα Πυτιανά φαινόντανε της φτήνιας. Το ξέρω πως δακρύζουμε σ’ αυτές τις αναμνήσεις. πως; Πανηγύρι χωριανό μπορείς να ξαναζήσεις; Έχουν αλλάξει οι καιροί πολλές οι απαιτήσεις. μέσω του Πολιτιστικού μπορείς να το ρυθμίσεις.. Στα καφενεία του χωριού γνώρισα το μπαρμπούτι τα ντόρτια οι άσσοι κι’ οι διπλές την ατυχία τούτη. Με χρώμα αλεξήλιο μένει η ρετσινιά σου, «Καλύτερα το μάτι σου παρά το όνομά σου» Απ’ τη Συκιάδα λέγανε βγαίνουν οι χαρτοπαίκτες, από παντού ερχόντανε γινόταν αποδέκτες. Το Πατητήρι, ο Γερμανός στη λέσχη του Μοσχούρη, κερδίζανε με κλέψιμο και όχι από γούρι. Δώδεκα πέζαν άτομα γύρο εις το τραπέζι, και το πρωί κοτόζουμο προτού ο ήλιος φέξει. Μόνιμες θέσεις είχανε στον καφενέ του Πρίνου το Θοδωράκι ο Λαμπής Τσιρδίνιας και ο Πετσουλός στη θέση του Κλαρίνου. Οι τρόποι συμπεριφοράς της πόκας ευγενείς. όπως, ορίστε, δικαίωμα, πάσο δεν μίλαγε κανείς. Γενιά γενιά παράδοση της τράπουλας παιχνίδια, αφού χαρτιά συνήθιζαν να παίζουνε στα σπίτια. Γι’ αυτό στέκια αλλάζαμε φοβόμαστε για δες, το μπλόκο μ’ αστυνομικούς που έστελν’ ο Δεβές. Δεκαετίες πέρασαν για να στηθεί τραπέζι, κι έτσι η κακιά συνήθεια ξεχάστηκε το ρέζι. Με καλαθρώπους άναβε η μάνα μου καντήλι το βράδυ μια τσιμπλόλαμπα έκαιγε το φυτίλι. Θυμάμαι, πώς διαβάζαμε τώρα διερωτάμε ήλθε το ρεύμα στο χωριό στην πρόοδο τραβάμε. Χάθηκαν τα κουτσομπολιά το βράδυ τα νυχτέρια. το κέντημα το ράψιμο στων κοριτσιών τα χέρια. Γελούδα έχει ν’ ακουστή χρόνια με το σεντόνι στα σκοτεινά εθέριευε, το φως την νε σκλαβώνει. Τώρα την τηλεόραση βλέπουμε παθιασμένοι, εγώ με την γυναίκα μου δείχνουμε χωρισμένοι Σε δίσκους βλέπει την Χουρέμ, μια ώρα την Ασή τα Τούρκικα τα σήριαλ τα έμαθε φαρσί Ονόματα των παιχνιδιών σε λίγο θ’ αναφέρω στην μνήμη αναστάτωση και ταραχή θα φέρω. Παιδάκια όταν είμαστε παίζαμε σκατουλάκια τσάγκα Μαρία και κουτσό, ξύλινα τουφεκάκια στο μπας εστήναμε γραμμή, παίζαμε μπακιράκια χαρτάκια να’ χουν ήρωες. και μπίλιες κανελάκια. Σήμερα βλέπεις το παιδιά τα καφεδάκια πίνουν, πάνω στον Υπολογιστή τα ρέστα τους να δίνουν Τηλεφωνά στα κινητά μηνύματα να στέλλουν, E-MAIL και το FACEBOOK να κάνουν ότι θέλουν. Χιλιάρα να ‘χουν μηχανή και γρήγορο αμάξι με ‘να κορίτσι δίπλα τους να το κατασπαράξει,
Δύο Δραγάτες πρόλαβα τον μπάρμπα Στεφανή με τον Κωστή το Γιώμελο και με την ΡΑΦ στολή Επιτηρούσαν τους αγρούς σταφύλια, ελιές και σύκα αφού το κάθε σπιτικό είχε και μια κατσίκα. Μηνιάτικο στο Διαμαντώ ή σ’ άλλο χωριανό να φεύγει πάντα το πρωί να ‘ρχετε βραδινό Παραλαβή παράδοση γινόταν στα Λακκάκια κατόπι για ματσόγαλο, ή κάνα διό τυράκια. Ο Γένουβας , ο Καητός, ο Μπέμπης και οι τρις κατσίκες ανταλλάξανε κι άντε να πα της βρεις. Καθόλου δεν κοιμήθηκαν το βράδυ οι μουρλοί τον άρμεξε η Δεσποινιώ τον τράγο του Κουρλί Μανάβη πρωτογνώρισα της Αρετής το Γιάννη μαζί με τον Αντώνη τους κανένας δεν τους φτάνει. Εκτός από την ψαλτική πουλούσε ζαρζαβάτια, το Νικογιώ με γάιδαρο γυρνούσε την πραμάτεια. Καλύτερος ο Πατσαφλής είχενε και παράγκα. με διό γαϊδάρους ποιο πολλά κονόμαγε τα φράγκα. « Να ‘ταν τα νιάτα διό φορές » μας σιγοτραγουδούσε. τον θάνατο φοβόντανε γι’ αυτό φτηνά πουλούσε. Ο Πετσουλός συνέταιρος, μαζί με τον Πιτσόνι πήρανε αυτοκίνητο καρπούζια να φορτώνει. Φαίνετε στη μαναβική λεφτά πολλά κερδίζεις και δεν χρωστάς γραμμάτια εύκολα καθαρίζεις. Με απορία σήμερα προσπάθησα να βρω με τόσα λίγα πράγματα χορταίναν το χωριό Οι χωριανοί μας βάζουνε στο κήπο τους κρεμμύδια κι απ’ τον Αρσένη, παίρνανε των Βυκιανών απίδια. κατέφθασαν παραγωγοί που σήμερα πουλάνε, τα δίνουνε πανάκριβα και όμως ξεπουλάνε. Εγώ θυμάμαι στο χωριό φούρνους μονάχα δύο, λέγαν ότι στο ψήσιμο επαίρνανε βραβείο. Μοσχοβολούσε το χωριό Αθούλας παξιμάδι, και του Κουρλί της Σταματούς απότριμο με λάδι. Αφού το Καφενείο τους σε φούρνο μεταλλάζει σοφίζεται είδη ψωμιού παράγωγα να βγάζει. Μέχρι και σταφιδόψωμα, κανέλλας κουλουράκια, με εκείνο που ξεχώρισε είναι «Τα τσιρδινάκια». Μαγνητικό τηλέφωνο είχενε στου Τσαρδάρη ο Παναής το κούρδιζε σαν ήθελε να πάρει. Ταξίδευα πολύ κοντά εις την Αμερική και ζήτησα τηλέφωνο να κάνω από κει. Η ώρα ακατάλληλη κοιμάτ’ ο Παναής, μου είπε από το κοντρόλ η Αμερικανής. Πεθαίνοντας ο Παναής ο Πέτρος το δηλώνει, σε λίγα χρόνια αργότερα το πήρε το Κρυώνι. Παιδάκι βλέπω το Ζωρζή με ένα κασελάκι αόμματος μες το χωριό και με το μπαστουνάκι, έβλεπα πόσο εύκολα τους δρόμους ξεχωρίζει και το ψαθί στο πλέξιμο να το διαχωρίζει. Σε μια παράγκα πούλαγε ακόμα και λουκούμια, κι’ ο Ψώρας το απόγευμα, ξινόγαλο στα ντρούμια. Γοργά ο μπάρμπα Στεφανής ταίριαζε τραγουδάκια, και ο Ροβέκκας πούλαγε Ματσάγγου τσιγαράκια. Μόνιμο το παράπονο πάνω στο πρόσωπό του, δεν μίλαγε δεν έλεγε ποιος είναι ο καημός του. Στρατό στη μέση ανατολή είχε υπηρετήσει, στο ξύλο τον ρημάξανε να μην ξαναμιλήσει. Οι λέξεις στερεότυπες να λέει του «Μεγάλου», με μόνιμη παρηγοριά στην καύτρα του τσιγάρου. Αυτός ο Γιώργης του Κοκά αυτό το παλληκάρι, Ο Παπαστράτος έπρεπε εργάτη να τον πάρει. Δεν τον ένοιαζε το κέρδος κάθε μέρα στη παράγκα, ούτε δεκάρες μέτραγε δεν γνώριζε τα φράγκα. Γυρνούσ’ ο Σταύρος του Κοριού με το ταβλά στο χέρι, τα κανταΐφια έπρεπε πίσω να μην τα φέρει. Άνοιγε τρύπες το Χιοχιό κι έβαζε δυναμίτες, «Βάρδα», παιδιά φωνάζαμε να μην ανοίξουν μύτες. Κουβαλούσε ο Ρετζέος τα σκουπίδια του χωριού, το στειράκι της πεσέτες χειριστής του λουτρουβιού. Ο άρρωστος εις στα χωριά μεγάλη ατυχία, για να πετύχεις τον γιατρό θα είν’ επιτυχία Αγροτικοί περάσανε με έδρα τη Λαγκάδα, παλιά υπήρχ’ ο Σοφοκλής με την καφέ φοράδα. Στην Κύπρο μαία σπούδασε, μετά στου Μαργαρώνη, οι Συκιαδιώτες τυχεροί, γιατί δεν νιώθουν μόνοι. Με κουτάλες ξεγεννούσε και δεν έπαιρνε δραχμή, την πληρώνανε σε λίρες την Καλλιόπη τη Μαμή Η μυρωδιά απ’ τη μύτη μου δεν έχει φύγ’ ακόμα, του Χρηστικού το παγωτό σαν έλειωνε στο στόμα. Τσίκουδα, δεντρολίβανα, ρίγανη και φλισκούνι, πουλάει στην Απλωταριά κάθε λογίς μαντζούνι. Μαρκόνης ο Ισίδωρος γνώριζε το ρυθμό εις το χωριό μας έφερε και ραδιοσταθμό. Εζήλεψε το Μανωλιώ « Γέροντας Άλφα 2 » τον τόπο διαφήμιζαν εκπέμποντας κι’ δύο. Ένα κουβάρι ήτανε μα γίνονταν θυσία άριστη πληροφόρηση τύφλα να έχει η CIA Σμαρίγκλα την φωνάζανε ποιος αγαπά και πιάνε τα πάντα εθυμόντανε και την παραμιλάνε. Την ΑΕΚ υποστήριζε άρεσε του Ψαρέλη κίτρινο όλο το χωριό ξέραμε ότι θέλει. Όπου βρισκόταν κι’ έστεκε πενούσε την ομάδα, έπρεπε να του κάνουνε άγαλμα στη Συκιάδα Ο Καλαγκιάς με τον Τουλό εστήνανε κλαδάκια φλώρια , φανέτα λούγαρα επιάνανε πουλάκια. Ο Παντελής ο Κούτικας μαζί και ο Μιχάλης απ’ το Μπουράτσο μάθανε πως ξόβεργα να βάλεις. Ο Κιούκιουλος ο Νικολής άρρωστος από χρόνια τα στέκια στο Ξυλόκαστρο έδειξε του Σεντόνια. Για τους ψαράδες του χωριού δεν έχω αναφέρει, συγκεκριμένα μερικούς η μνήμη μου θα φέρει. Του Κατσαντώνη την καρδιά πολλοί παραμιλούνε όπου βρεθούν κι’ όπου σταθούν ακούς να συζητούνε. Όταν μιλούσε το Πιπί, ο Μπούμης και ο Κούπας, λέγαν πως ήσουν αρχηγός της αυγομένης γούπας. «ΒΟΤΣΗ» το ονομάζανε ένα μικρό βαρκάκι, του μπουρλοτιέρη όνομα έδωσε το Γιωργάκι. Συχνά στο Θόλος έριχνε κομμάτια δυναμίτη, αυτά τα ψάρια έφερνε σμπαράλια εις το σπίτι. Το συναγρίδι κλήρωση σ’ ένα χαρτί δηλώνεις, με πεταχτάρι το ‘πιασε του Βιόλου ο Αντώνης. Όταν μιλάνε μόνοι τους και λεν για πυροφάνι λένε τον Κούπα τον Κωστή κανένας δεν τον φτάνει. Γνωρίζει σαν το σπίτι του των θολαμιών τα μέρη, και για μουγκρί παραγγελία αν θέλεις θα σου φέρει. Σαν πλέον πολυτάλαντο βραβεύω τον Τρουμπούνα μπαρκάρισε και γνώρισε κι’ εκείνος τη φουρτούνα. Εις το Βροντάδο Παπουτσής κατόπιν Ταξιτζής ένα σεφέρι στο χωριό ήταν και Σουβλατζής. Παντρεύτηκε και άνοιξε το CARAVEL στου Βάγια άνοιξε Βενζινάδικο, Λέσχη χαρτιά με ζάρια.
Δεν χόρτασε εις την ζωή πάντοτε πεινασμένος, με λεβεντιά και δύναμη ήτανε προικισμένος. Αυτός ο μπάρμπα Δημητρός τον λέγαν «Πιστσινάρη», στη κατοχή εθέλησε ο Χάρος να τον πάρει. Μιλούσανε και λέγανε τα κατορθώματά του, ακόμα κι’ ο Κουταλιανός ελύγισε μπροστά του. Ήτανε καλοκάγαθος ήτανε παλληκάρι λέγανε πως ξεπέρναγε σε δύναμη λιοντάρι. Το κουντουρούδι άριστη τροφή για το κατσίκι, τα κοκολόγια πούλαγα να πάρω χαρτζιλίκι. Με το Χατζή εισπράκτορα ο Πυτιανός στην ούρα απ’ τα Παιδιά αγόραζα μικρός καμία ασβούρα. Σινερομάντζα εύρισκες στου Γιάννη του Τσακίρη, το Παναγάκι συντροφιά πάντοτε είχε πλήρη Δάσκαλοι ο Νεόφυτος μαζί με τη Μαρίκα οι μαθητές τους πήρανε εφόδια και προίκα παρτέρια, δένδρα βάζανε μαθαίναν για τη Γη πως βγαίνουν τα κοτόπουλα ακόμα κι’ οι λαγοί. Για μια βδομάδα έπαιζε ο Σίμος Καραγκιόζη τον έδιωξε ο σινεμάς κι είδε πως δεν αρμόζει Δεν ξαναήλθε στο χωριό απώλεια μεγάλη ποιός ξέρει αν ποτέ η Γης, Σίμο θα ξαναβγάλει. Αγώνας να ‘ρθει το νερό από την Κοιλανή τον Άγιο Παντελέμωνα μες τη δεξαμενή. Μαρτύριο το κουβάλημα με στάμνες απ’ τη βρύση διό σίκλες δικαιούσουνα όσο υπήρχε κρίση. Μ’ αυτό το λίγο το νερό να φας να πεις να πλύνεις. αυτά τραβούσαν οι γονείς της εποχής εκείνης. Τώρα με τον πολιτισμό μας βάλανε ρολόγια, που μοιάζει με ανέκδοτο που δεν χωράνε λόγια. Εμείς με την προσωπική, να ‘ρθει το ύδωρ σπίτι χαράτσι βάζει η ΔΕΥΑΧ μας το βγαλ’ απ’ τη μύτη. Παπα-Γιάννης, και ο Πύρρος, ο Μιχάλης Στεφανιώρος, στην εκκλησιά επάγγελμα υπήρχε πολύς χώρος. Καντηλανάφτης ήτανε ο Κωνσταντής του Κάκου, κι’ ο Πιτσινάρης δύναμη είχενε κάποιου δράκου. Πάλευε με τα σίδερα κι’ έφτιαχνε περιφράξεις, διαίρεση δεν ήξερε ούτε να κάνει πράξεις. Ο Κωνσταντής ο Φουφουδάς τα πάντα κατορθώνει, και ο Ζαννής του μπαρμπακιού κασόνια από μαόνι. Το λουτρουβιό σταμάτησε με το βαρύ στειράκι. και τώρα πάμε τις ελιές στου Γιώργου του Ξενέκη. Τα στάχυα κουβαλούσανε με θημωνιές στ’ αλώνια, και αγκαθάκια τρώγαμε τα περασμένα χρόνια. Κομβόι το απόγευμα , πεντάωρο να φτάσεις, στον Άγιο Παντελέμωνα , εκεί να τον γιορτάσεις. Βρυσάκια, άγριο Ποταμό ανήφορος Κυδιάντα, επιστροφή στην Περασιά κι’ από την άλλη πάντα. Χάθηκε ο ρομαντισμός και η πεζοπορία, που τα καντήλια ανάβαμε στα εκκλησάκια τρία. Φτιάξανε χωματόδρομο πηγαίνεις με αμάξι, το παιδικό το όνειρο κανείς δεν θα πειράξει. Χάθηκαν επαγγέλματα του ποδαριού που λένε, για τις ανάγκες του χωριού να φτιάχνουν ότι θένε. Βαμβακερά παπλώματα, τροχίζανε μαχαίρια, πετάλωναν τα ζωντανά σου λύνανε τα χέρια. Με το καλάι τη φουφού κι’ άφθονο λυσσαντήρι, ο κυρ Λευτέρης γάνωνε ακόμα και μπακίρι. Στον Τρούλο πρωτογνώρισα ΤΑΧΙ του Λεωνίδα, και την Μπαχνάρα πρόλαβα εγνώρισα και είδα. Ακάκιος με Μερσεντές, με Πλύμουθ ο Τρουβάς και του Χουζούρι φυσικό χατίρι μη χαλάς.
Να ‘ξερες τι θυμήθηκα στα παιδικά μου χρόνια, του Θόλους το καθάρσιο που έτρεχε αιώνια. Ποτήρια έπινες πολλά απ’ το ρυάκι εκείνο, ήτανε φάρμακο καλό πάλευε τον καρκίνο. Υπήρχαν πετροκάμινα μισοκατεστραμένα, εκεί κρυφά τα ρούχα σου τα’ χες κατεβασμένα. Κανένας δεν σεβάστηκε τ’ Άγιο νερό του Θόλους, με γλίστρες το γεμίσανε και για καΐκια μόλους. Μισή κολώνα χόραγε του πάγου το ψυγείο, πάγο ο κυρ Νίκος φόρτωνε απ’ το Παγοποιείο. Κρύο νερό σαν βάλσαμο στον καύσωνα προσφέρει, στους μύλους ο μπάτης για δροσιά τρέχαμε να μας φέρει. Το σκάσανε συγχωριανοί, εις την Αμερική, γεράσανε κι οι πιο πολλοί πεθάνανε εκεί. Ο Χαχόλος, ο Γκιαούρης, Χιόνα , Μαγιαρός επιστρέψαν γεροντάκια ήλθε κι’ ο Πινός. Να κι’ ο Γονιός, ο Μόσχος μαζί κι’ ο Καητός, στη Γιούτα έμειν’ ο Μουσάς δεν πρόλαβε αυτός Ευχή θα κάνω στο θεό εκεί να μην τους πάρει. το Πουτούχος, το Τσικνάκι και τον Κώστα το Βιγάρι. Έφυγε ο Ταταούρος πήγε στο θολοποτάμι, εκεί πουλούσε κρέατα κάθε λογίς σαλάμι. Ρώταγα τους χωριανούς του για την συμπεριφορά του τα καλύτερα για κείνον και για όλα τα παιδιά του. Κι’ ο Αντώνης ο Γιαγιούλης στα Καρδάμυλα εδρεύει, κάθε Παναγιάς στου Μπάλου στο κατώφλι ρητορεύει. Παροιμιώδης έμεινε στ’ αμάξι του Τρουβά. το φίδι εις το Σαραπιώ μεγάλο τόσο Δα. Το Μάρτη, τον Απρίλιο του Πάσχα της γιορτές, της μαργαρίτες πέρναγαν κορίτσια στις κλωστές. Έρωτες ξεκινούσαμε στις μυρωδιές της Φύσης, να σε κοιτάξει, να τη δεις, μπας και την αγαπήσεις. Μπομπάκια στο καμπαναριό στον Νάρθηκα επίσης τ’ αυτιά σου κουφαινόντανε ως που να συνηθίσεις. Γιατί μέσα στην εκκλησιά να πέφτουν ταρακάδε μα με τη Χούντα χάθηκαν όλοι οι παλικαράδες. Στου Κλάτσι ακούνε μουσική του Γιάννη του Τσαγκάρη με το κλαρίνο απ’ απέναντι ο Μάρκος σιγοντάρει. Ακουγόντανε να παίζουν μελωδίες με βιολί, ο Μανώλης κι’ ο Βασίλης δεν το γνώριζαν πολλοί. Κι ο Φραγκούλης στο μπουζούκι είχε δεξιοτεχνία, στη γειτονιά γεννήθηκε μια νέα κομπανία. Θα ήθελα τα λόγια μου γραμμένα σ’ ένα δίσκο η Κουτελού θα έφερνε το θείο το Μπλινίσκο Ζήλεψα σαν τραγούδαγε, ρεμπέτικου Ασίκη στιχάκια για παράδειγμα για κάποια Αντρονίκη « Όταν την επερνούσανε εξ’ απ’ τον Καφενέ μπατέρναν τα ποτήρια και χύναν τον καφέ » Μ’ αυτά τα λίγα λόγια μου τη ρήμα μου θα κλείσω, του χρόνου αυτούς που ξέχασα θα σας υπενθυμίσω. Θα πρέπει να σας κούρασα με τα λεγόμενά μου, για όλα αυτά π’ ακούσατε απ’ τα γραφόμενά μου. Προσωπικά κι’ ευχάριστα κάθε παράπονό σας, διότι δεν ανέφερα κάποιο συγγενικό σας. Ή κάποιο περιστατικό π’ άφησε ιστορία, γι’ αυτό του χρόνου δώστε μου μια νέα ευκαιρία. Αν με χειροκροτήσετε θα πει, πως συμφωνείτε σύντομα πάλι στη σκηνή να βγω επιθυμείτε. Φίλοι μου και συχωριανοί κι’ αγαπητοί μου ξένοι, εγώ σας αποχαιρετώ το μόνο που μου μένει.


Συκιάδα 18-03-2014 


















Φραγκάκης Ιωάννης