Η Χαριτόβρυτος, ναζιάρα και αρκετά ζωηρούλα Καλλί (Καλλιόπη)
μετά Βαΐων και κλάδων, μετά το κορφολόγημα των νεαρών και όχι μόνο, στο κοντο-παραλιακό
χωριό της Νότιας Χίου επιτέλους παντρεύτηκε τον Μιχάλη τον ψαρά.
Πέρασε κανένας χρόνος περίπου, γέννησε κι ένα όμορφο
κοριτσάκι.
Ο Μιχάλης ήξερε τι γυναίκα πήρε, αλλά σου λέει τώρα
πούκαμε παιδί θ’άνε φρόνιμη.
Έτσι ήσυχος κάθε βράδυ πήγαινε στο γιαλό κι έριχνε τα
δίκτυα του στη θάλασσα. Ήταν η δουλειά του βλέπετε.
Η Καλλί όμως είχε το διαβολάκι μέσα της.
Και μιας και ο Μιχάλης τα βράδια ψάρευε κι ήταν μονάχη
της στο σπίτι, βρήκε κι αγαπητικό. Έτσι τα βράδια που ο Μιχάλης βρεχόταν στον
γιαλό εκείνη ζεσταινόταν με τον αγαπητικό.
Ένα απόγευμα έπιασε δυνατός αγέρας κι έτσι ο Μιχάλης
έμεινε στο σπίτι γιατί η θάλασσα ήταν φουρτουνιασμένη.
Ο αγαπητικός μη ξέροντας το, πήγε και κτύπησε την
πόρτα της Καλλίς !!!
Αυτή το κατάλαβε και για να μην πάρει μυρωδιά ο
Μιχάλης ο ψαράς, πηγαίνει στην κούνια του μωρού του τσιμπάει το κωλαράκι του
και βάζει το μωρό τα κλάματα και ούρλιαζε !!!
Το παίρνει στην αγκαλιά της, Το κανάκευε και άρχισε να
του τραγουδάει, πηγαίνοντας κοντά στην πόρτα που κτυπούσε κι’ άρχισε να
λέει !!!
Αραϊ μπου φυσάς και την πόρτα τσαλαχάς, ο Μιάλης έν’
εδώ και ενέπηε στο γιαλό, άμε τώρα κι άλλη ώρα, άμα κατέβει στη χώρα !!!
Γιατί ο Μιχάλης μιας και είχε κακοκαιρία θα κατέβαινε
στην χώρα για ψώνια το πρωί.
Και η Καλλί μας, συνέχισε να τραγουδάει μέχρι που ο
αγαπητικός το κατάλαβε και έφυγε.
Αεράκι που φυσάς και την πόρτα χτυπάς
(χαρχαλεύεις-γρατσουνίζεις) ο Μιχάλης είναι εδώ και δεν πήγε στο γιαλό.
Άντε τώρα φύγε και έλα πάλι άλλη ώρα που θα κατέβει
στη χώρα !!!
* * *
Και κλείνω το τριώδιο με κάτι πιο ευχάριστο, πιο
ζωντανό και γαργαλιστικό από κοντο- παραλιακό
χωριό της βόρειας Χίου.
* * *
Έγινε ο γάμος των παιδιών, ακολούθησε μεγάλο γλέντι.
Τότε τα γλέντια γινότανε στα σπίτια στο χωριό, ή στην
πλατεία του χωριού ή στην αυλή του σπιτιού έαν υπήρχε χώρος.
Οι καλές συμπεθέρες πήραν τους νεόνυμφους, τους
ανέβασαν συνοδεία στον πάνω όροφο, από τις εσωτερικές σκάλες του σπιτιού τους
πήγαν στο υπνοδωμάτιο και τους ευχήθηκαν καλούς απόγόνους και να περάσουνε
καλά.
Τα χρόνια εκείνα τα κρεβάτια ήταν δυο τρίποδα και
έβαζαν πάνω χοντρές τάβλες και έστρωναν το στρώμα που φυσικά την εποχή εκείνη
ήταν πολύ λεπτό όπως τα σημερινά παπλώματα.
Η νύφη άρχισε σιγά – σιγά να βγάζει το νυφικό της,
μετά το μισοφόρι, το μπούστο, κι είχε απομείνει μόνο με το βρακί της.
«Άντε !!! λέει του γαμπρού βγάλε κ’ εσύ τα ρούχα
σου !!!» Αλλά ο γαμπρός είχε πυρώσει βλέποντας την γυναίκα του
να γδύνεται και η παντιέρα σηκώθηκε στα ύψη.Η νύφη
έβγαλε και το βρακί της και ξάπλωσε στο κρεβάτι και περίμενε !!!
Ο γαμπρός βιαστικά !!! Γρήγορα- γρήγορα πετά όλα του τα
ρούχα και ορμά τρέχοντας να φθάσει στα επ’ ουράνια !!!
Πατάει όμως στην άκρη της τάβλας και με την φόρα που
είχε πάρει σηκώνεται η τάβλα την τρώει μεσ΄ στα μούτρα του, τον παίρνουν τα
αίματα, είδε τον ουρανό με τα’ άστρα και πέφτει λιπόθυμος μεσ’ τα μπούτια της
νύφης γεμάτος αίματα ή μούρη του.
Η νύφη τρόμαξε και έβαλε τις φωνές και ζητούσε βοήθεια.
Αναψοκοκκινισμένες οι συμπεθέρες έτρεξαν να δουν τι
συμβαίνει και μόλις αντικρίζουν το θέαμα η μάνα του γαμπρού περιχαρής λέει !!!
«ΑΧΟΥ κόρη μου !!! του πατέρα του έμοιασε !!! Που
ρουφούσε την σούπα με λαιμαργία και στο τέλος έγλειφε και το ΓΑΒΑΘΙ !!!»
«Θα καλοπεράσεις !!! Θα ζήσεις ζωή χαρισάμενη !!! Μεσ’
την τρελή χαρά !!!»
ΑΝΤΕ ΚΑΙ ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ !!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου