ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ ... !
Η κυρία Πίτσα μετά από κακοτυχία της μοίρας, διότι ο γαμπρός της και η
κόρη της χάθηκαν σε ναυάγιο ξέμεινε στη ζωή με την 10χρονη εγγονούλα της Πόπη.
Δυναμική γυναίκα γεμάτη ζωντάνια έπρεπε να σταθεί στα πόδια της και σαν
μάνα και σαν πατέρας και φυσικά πολύ καλή γιαγιά και να αναθρέψει με τον
καλύτερο τρόπο την εγγονούλα της. Την πρόσεχε σαν τα μάτια της, να μην της λείψει τίποτα.Η μικρούλα ήταν η ζωή της, η αναπνοή της, το είναι της
Όταν έκανε σκανταλιές για να μην την μαλώνει και την τιμωρεί της έλεγε κάθε τόσο: «Ε! που να κάτσει μαύρη γάτα στην ποδιά σου!» ή άλλη φορά: « Ε…! που
να τρυπώσει μαύρη γάτα κάτω από την ποδιά σου!» ή « που να κάτσει μαύρη κάτα
μες’ τα πόδια σου!» Η μικρή Πόπη αντιπάθησε τις μαύρες γάτες και τις φοβόταν.
Όταν έφθασε δώδεκα χρονών και ξαφνικά κάποια μέρα
αντικρίζει με μεγάλο τρόμο να έχει φυτρώσει μαύρη μαλούπι στην ήβη τη ! Έπιασε
τα κλάματα και τρέχει στην γιαγιά της και κλαψουρίζοντας τις φώναζε: « να που
μου καταριόσουνα!
Έπιασαν οι κατάρες σου!
Έκατσε μαύρη γάτα μέσα στα σκέλια μου», και κλάμα η
μικρή. «Πού; Να την παρηγορήσει η γιαγιά Πίτσα; «Κόρη μου να
της λέει δεν είναι κακό, είσαι σε ηλικία που φυτρώνουν μαύρες τούφες». «Δες; Και ρώτα και τα άλλα κορίτσια της ηλικίας σου να
δεις τι θα σου πούνε». « Όχι, όχι εγώ δεν τις ρωτώ, ντρέπομαι. Κατέβασε και
συ το δικό σου βρακί να δω και την δική σου γάτα».Η γιαγιά Πίτσα τι να κάνει, κατεβάζει το βρακί της
αλλά αμέσως η μικρή και πάλι πιάνει τα κλάματα.
«Ου…ου…ου… η δική σου γάτα είναι άσπρη, ενώ η δική μου
είναι μαύρη!».
Και δώστου σύννεφο το κλάμα. Οπότε η γιαγιά Πίτσα της
λέει το αμίμητο! « Πόπη μου όταν και η δική σου γάτα φάει όσα ποντίκια έφαγε η
δική μου γάτα θ’ ασπρίσει και σένα!»
ΚΑΛΟ ΤΡΙΩΔΙΟ…!
Και μιας και άνοιξε το τριώδιο και μια μικρή περιγραφή
από γεγονότα του εικοστού αιώνα σε κοντινά χωριά. Πρωταγωνιστές δυο σαΐνια, πανέξυπνα νιόπαντρα παιδιά από τη πρώτη νύχτα του γάμου τους. Στο κάτω σπίτι που έμενε η μάνα της νύφης, περίμενε με αγωνία να μάθει πως τα πέρασαν και τι έγινε το πρώτο βράδυ το γάμου,
διότι φοβόταν τα γεγονότα και το τι είχε διαδραματιστεί στο νυφικό δωμάτιο.
Αφού ξύπνησε η κόρη της και κατέβηκε στην κουζίνα για
να πιει το γάλα της, η μάνα της άρχισε να την ψαρεύει για να μάθει τι έγινε, με
τα δυο πανέξυπνα παιδιά. «Λέγε κόρη μου τι έγινε; Όταν μείνατε μόνοι σας στην κρεβατοκάμαρα;». «Μου λέει ο Νικολής βγάλε το νυφικό σου. Τ’ έβγαλα κι
εγώ. Ύστερα μου λέει βγάλε το μισοφόρι σου. Τ΄ έβγαλα κι
αυτό.
Ύστερα πάλι μου λέει βγάλε και το μπούστο σου. Έβγαλα και το μπούστο μου. Νόμιζα τότε ότι θα με χρύσωνε με μαλάματα, αλλά μου
λέει βγάλε το βρακί σου! Εγώ όμως ντρεπόμουνα
γιατί δεν είδα τίποτα χρυσά!» «Αλλά ο Νικολής μου λέει και πάλι άντε βγάλε και το
βρακί σου. Έτσι κι εγώ το έβγαλα και το βρακί μου!»
Και με μεγάλη περιέργεια η μάνα ρωτάει την κόρη της: «κι ύστερα τι έγινε;». «Να! Έπιασε τη ξερή του και την έβαλε στην κατρουλήθρα
μου!». «Μπράβο του κόρη μου καλά έκαμε!»
ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ! ΚΑΙ ΚΑΛΑ ΚΡΑΣΙΑ!
Χίος 14/02/2016
Το τελευταίο ανέλδοτο , ήταν πολύ καλύτερο απο το πρώτο.
ΑπάντησηΔιαγραφή